σύνοδος

σύνοδος
σύνοδος (A), , ,
A = συνοδοιπόρος, AP7.635 (Antiphil.), Arr.Epict. 2.14.8, 3.21.5, Certamen 245, Man.5.58.
------------------------------------
σύνοδος (B), ,
A assembly, meeting, esp. for deliberation, Orac. ap. Hdt.9.43, And.1.47, Th.1.96,119, IG42(1).68.93 (Epid., iv B.C.), etc.;

ξ. Ἀχαιῶν E.Hec.107

(anap.);

σ. κώμης BGU1648.6

(ii A.D.);

σ. συλλεγῆναι Hdt.9.27

;

ποιῆσαι Ar.Th.301

(prose decree);

ἀπὸ κοινῶν ξ. βουλεύειν Th.1.97

; ἐκ τῶν ξ. Id.5.17; σ. πρὸς τῷ διαιτητῇ meeting of parties in court, D.54.29: pl., of political clubs or conspiracies, Sol.4.22, Ar.Eq.477, Th.3.82, Pl.Tht.173d; ἑταιρείας μὴ ποιεῖσθε μηδὲ ς. Isoc.3.54; also of private meetings or gatherings for discussion, διαλεκτικαὶ ς. Arist.Top.159a32; of synods of the church, Cod.Just.1.1.7.12.
2 national gathering, Th.3.104, Pl.Smp.197d; αἱ ἀρχαῖαι θυσίαι καὶ ς. Arist.EN1160a26: hence, society for festal purposes,

τῶν ἐρανιστῶν IG22.1369.32

;

τῶν μυστῶν SIG851.25

(Smyrna, ii A.D.);

τῶν Ἀσκλαπιαστᾶν IG42(1).679

(Epid.).
3 company, guild,

τεχνιτᾶν SIG698.1

(Delph., ii B.C.); [συγγεωργῶν] Sammelb.7457.5,9 (ii B.C.); athletic club, OGI486.17 (Pergam., ii A.D.), 713.9 (Alexandria, iii A.D.); ἡ ἱερὰ ξυστικὴ περιπολιστικὴ . . ς. PLond.3.1178.38 (ii A.D.), cf. POxy.908.9 (ii A.D.), IG22.1350.
4 in hostile sense, meeting of two armies, Ar.Ra.1532, Th.3.107, 5.70, X.An.1.10.7, etc.
5 = συνουσία, sexual intercourse, Arist.HA541a31, Clearch.49, Ph.1.148, Plu.Lyc. 15, Gal.15.47.
II of things, coming together, constriction, κυάνεαι σύνοδοι θαλάσσας, of the straits of the Bosporus, E.IT393 (lyr.); ἡ σ. τοῦ πλησίον ἀλλήλων τεθῆναι the coming together resulting from juxtaposition, Pl.Phd.97a; ἡ τῆς πιλήσεως ς. Id.Ti. 58b; ἡ τοῦ ὕδατος ς., viz. ice, ib.61a; ὅσον διαχυτικὸν . . τῶν περὶ τὸ στόμα ς. whatever relaxes . . constriction in the organ of taste, ib. 60b;

ἀναγκαῖον τῶν τοιούτων γίνεσθαι σύνοδον, ἀλλ' οὐ διὰ ψύξιν Arist. GA764b7

; ἡ εἰς αὑτὸν ς. contraction of a muscle, Gal.UP12.8, cf. Id.4.391; ἡ σ. ἡ κατὰ [τὴν οὐσίαν] λεγομένη the union of matter and form, viz. the concrete object, Arist.Metaph.1033b17; concourse, assemblage,

παθῶν Longin.10.3

; of the parts of the foetus, Sor.2.64
; combination of numbers, Theol.Ar.8;

σημείων Gal.16.505

.
2 Astron., conjunction,

τῶν πλανήτων καὶ πρὸς αὑτοὺς καὶ πρὸς τοὺς ἀπλανεῖς Arist. Mete.343b30

; of the sun and moon, Plu.2.269c, IG14.2126 ([place name] Rome);

ἡλίου καὶ σελήνης Gal.18(2).240

;

σ. ἐκλειπτικὴ σελήνης πρὸς ἥλιον Plu. Rom.12

; αἱ ς., of the times of new moon, Zeno Stoic.1.34;

αἱ τῶν μηνῶν σ. ψυχραὶ διὰ τὴν τῆς σελήνης ἀπόλειψιν Arist.GA738a20

, cf. Thphr.Sign.5, LXX De.33.14.
3 Gramm., construction, A.D.Synt. 28.11, al.
III incoming of revenue,

χρημάτων σύνοδοι Hdt.1.64

; revenues, ἀπὸ τῶν ς. IG11(4).1217 ([place name] Delos); τῶν φερόντων τὴν σ. τοῦ Διὸς τοῦ ξενίου ib.22.1012.15 (ii B.C.); οἱ τὴν σ. φέροντες τῷ θεῷ ib.22.1326.6. (Written sunhod-, i.e. συνὁδ-, in a Latin inscr., CIL12.2519.2,3,4 (i B.C.(?)); also synhod-, ib.6, IG14.2495 ([place name] Nemausus), CIL12.3183 (ibid.), 6.10117 ([place name] Rome).)

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • σύνοδος — 1 masc/fem nom sg σύνοδος 2 assembly fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σύνοδος — Με τον όρο αυτό χαρακτηρίζεται στην εκκλησιαστική γλώσσα μία τακτική ή έκτακτη συνέλευση των εκκλησιαστικών ηγετών για την εξέταση δογματικών ή εκκλησιαστικών ζητημάτων. Ο θεσμός της Σ. οφείλεται κυρίως στην εμφάνιση των πρώτων αιρέσεων στη… …   Dictionary of Greek

  • συνοδός — Με τον όρο αυτό χαρακτηρίζεται στην εκκλησιαστική γλώσσα μία τακτική ή έκτακτη συνέλευση των εκκλησιαστικών ηγετών για την εξέταση δογματικών ή εκκλησιαστικών ζητημάτων. Ο θεσμός της Σ. οφείλεται κυρίως στην εμφάνιση των πρώτων αιρέσεων στη… …   Dictionary of Greek

  • συνοδός — ο, η 1. αυτός που συνοδεύει: Τον ακολουθούσαν σεμικρή απόσταση οι συνοδοί του. – Εργάζεται ως συνοδός σε σχολικό λεωφορείο. 2. το δεύτερο μέλος διπλού αστρικού συστήματος …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • σύνοδος — η 1. συνέλευση επισκόπων για συζήτηση εκκλησιαστικών θεμάτων και λήψη αποφάσεων: Η πρώτη οικουμενική σύνοδος έγινε στη Νίκαια. 2. το σύνολο των συνεδριάσεων της Βουλής σε ένα έτος: Ο πρόεδρος κήρυξε τη λήξη των εργασιών της πρώτης συνόδου της… …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Τριδέντου, σύνοδος του- — Σύνοδος της Δυτ. Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας που συγκλήθηκε το 1545 και τελείωσε τις εργασίες της το 1563, μετά από δύο μεγάλες διακοπές. Οι εργασίες της σ. του Τ. άρχισαν επί πάπα Παύλου Γ’, διαιρούνται δε σε 3 περιόδους. Η πρώτη (1545 47),… …   Dictionary of Greek

  • συνοδός αστέρας — (Αστρον.). Το δεύτερο μέλος του διπλού αστρικού συστήματος. Συνήθως ο σ. είναι μικρότερου μεγέθους απ’ ότι ο κύριος αστέρας, πολλές φορές όμως δεν μπορεί να γίνει εύκολα διάκριση ανάμεσα στον κύριο αστέρα και το σ. του, επειδή και οι δύο είναι… …   Dictionary of Greek

  • Οικουμενική Σύνοδος — Είναι το ανώτατο συλλογικό όργανο, που εκπροσωπεί το σύνολο της χριστιανικής Εκκλησίας. Συγκαλείται όταν προκύψει ένα σοβαρό δογματικό ή γενικότερα θρησκευτικό ζήτημα, το οποίο είναι δυνατό να αναστατώσει και να διχάσει την Εκκλησία και να… …   Dictionary of Greek

  • Ιερά Σύνοδος — Γενική ονομασία για τα κεντρικά διοικητικά σώματα της Εκκλησίας της Ελλάδος. Αυτά είναι: η Ι.Σ. της Ιεραρχίας, η Διαρκής Ι.Σ. και η Γενική Εκκλησιαστική Συνέλευση. Η πρώτη αποτελεί την ανώτατη εκκλησιαστική αρχή και έχει τις εξής αρμοδιότητες: α) …   Dictionary of Greek

  • ξύνοδος — σύνοδος , σύνοδος 1 masc/fem nom sg σύνοδος , σύνοδος 2 assembly fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συνόδω — σύνοδος 1 masc/fem nom/voc/acc dual σύνοδος 1 masc/fem gen sg (doric aeolic) σύνοδος 2 assembly fem nom/voc/acc dual σύνοδος 2 assembly fem gen sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”